Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2009

Θάνατος.

Ασθενοφόρου βούισμα στ' αυτιά μου
ταραχή
στα σωθικά μου τρύπα
πάντα με τάραζε
με τρύπαγε!
Αναρωτιέμαι το γιατί σ’αυτό που ακούγεται
πόνος,γιορτή,πάνε συνάμα.
Αέρας ξαφνικός ξυρίζει τα μαλλιά μου
τα μάτια μου πνίγονται στο δάκρυ
τα χέρια μου τρέμουν,τίποτε να μην κρατώ
να μένουν άδεια..
το αίμα μυρίζει μόνο
γίνεται γάντια,
να δώσω δυνατή γροθιά στους τοίχους..
Τον σηκώνουν
τον τοποθετούν σε κρεβατάκι
μοιάζει μωρού,τόσο μικρό
Εχει κολάρο στο λαιμό
τ’αριστερό του χέρι
στην καρδιά
το πρόσωπο του ήσυχο.
Μην φεύγεις όμορφε!
Μείνε μικρούλη άυπνος-
η μάνα σου θα σε ταίσει
γιαούρτι,γάλα, μέλι
να δυναμώσεις κι άλλο!

Διάολε,διάολε που πας;
Είναι νωρίς ακόμα!
Είναι τόσο αργά!
Δεν υπάρχει Θεός να σμιλευτεί σταυρός
στου τάφου τα χαλάσματα
στα ερείπια της νιότης!

Μόνο ο Ηράκλειτος κάθεται απάνω:
εικόνα φαντασίας,
ντυμένος μάρμαρο
με παλιοσίδερα πλαστκά τιμόνια
καθρεφτάκια
6οοάρας μηχανής!
Η νηφαλιότητα
γραμμή στα χείλια του
κι αναφωνεί
όπως παλιά:
"Ζούμε από θάνατο,
πεθαίνουμε από ζωή"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου